Η ενεργητικότητα και η αυξημένη κινητική δραστηριότητα αποτελούν φυσιολογικά χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς των παιδιών, ιδιαίτερα κατά την προσχολική ηλικία.
Ορισμένα παιδιά όμως, παρουσιάζουν ενεργητικότητα και κινητική δραστηριότητα σε υπερβολικό βαθμό, σε σύγκριση με άλλα παιδιά ίδιας χρονολογικής ηλικίας. Η ικανότητα αυτών των παιδιών να διατηρούν την προσοχή και το ενδιαφέρον τους στη δραστηριότητα με την οποία ασχολούνται είναι εξαιρετικά μειωμένη. Επιπλέον η παρορμητική συμπεριφορά τους, αποκλίνει σημαντικά σε ένταση και συχνότητα από παρόμοιες συμπεριφορές συνομιλήκων τους. Συνολικά θα λέγαμε ότι τα παιδιά αυτά, δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του περιβάλλοντος τους και να συμπεριφερθούν ανάλογα της ηλικίας τους.
Καθώς μεγαλώνουν αυτά τα παιδιά, και οι απαιτήσεις του περιβάλλοντος τους αυξάνουν σε αριθμό και πολυπλοκότητα, τα παιδιά αυτά ενδεχομένως να αντιμετωπίσουν σοβαρές δυσκολίες στους τομείς της σχολικής, κοινωνικής και συναισθηματικής τους προσαρμογής. Η αδυναμία τους να ανταποκριθούν ικανοποιητικά στις απαιτήσεις των γονέων και δασκάλων για έλεγχο της συμπεριφοράς τους με βάση προκαθορισμένους κανόνες, φαίνεται συχνά ανεξήγητη ή παρερμηνεύεται ως ένδειξη τεμπελιάς, αντιδραστικότητας ή κακής διαπαιδαγώγησης. Αυτού του είδους οι ερμηνείες, συχνά οδηγούν γονείς και δασκάλους σε συνεχείς επιπλήξεις και τιμωρίες σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τις ανεπιθύμητες μορφές συμπεριφοράς του παιδιού. Οι χειρισμοί αυτοί τις περισσότερες φορές επιδεινώνουν ακόμα περισσότερο την κατάσταση και οδηγούν σε αδιέξοδο τους ενηλίκους αλλά και επηρεάζουν αρνητικά την αυτοεικόνα και την αυτοεκτίμηση του παιδιού.
Ένας επιπλέον τομέας ανάπτυξης που επηρεάζεται στα παιδιά αυτά, πέρα του συναισθηματικού, είναι και ο τομέας της νοητικής ανάπτυξης. Πρώτον επηρεάζεται η ικανότητα των παιδιών για απόκτηση γνωστικών δεξιοτήτων π.χ λόγω της απροσεξίας τους δεν αφομοιώνουν πολλά από τα ερεθίσματα που τους παρέχονται, με αποτέλεσμα να μένουν πίσω γνωστικά. Δεύτερον επηρεάζει την ικανοποιητική και αποτελεσματική αξιοποίηση των δεξιοτήτων που έχουν αποκτήσει. Για παράδειγμα είτε δεν μπορούν να οργανώσουν τις γνώσεις τους ώστε να τις χρησιμοποιήσουν εποικοδομητικά, είτε δεν μπορούν να δείξουν σε γονείς και δασκάλους αυτά που πραγματικά γνωρίζουν. Σχεδόν όλα τα παιδιά με τα παραπάνω χαρακτηριστικά, τα οποία παραπέμπονται σε ειδικούς, έχουν μειωμένες σχολικές επιδόσεις σε σχέση με το νοητικό τους επίπεδο. Οι μειωμένες σχολικές τους επιδόσεις φαίνεται να σχετίζονται με την απροσεξία, την παρορμητικότητα και την ανησυχία την οποία παρουσιάζουν τόσο μέσα στη σχολική τάξη όσο και κατά τη διάρκεια της μελέτης στο σπίτι.
Βιβλιογραφία
ACHENBACH, T.M. (1982). Developmental psychopathology (2nd ed). New York: Wiley
ΚΑΚΟΥΡΟΣ.Ε & ΜΑΝΙΑΔΑΚΗ. Ε (2002). Ψυχοπαθολογία παιδιών και εφήβων.Αθήνα: Δαρδάνος